Tuesday, February 17, 2009

Επιχείρηση Ρεμπώ

«Και πως θα της γράψεις πήμα ρε χαμένε όταν είσαι συνέχεια σα να χεις καταπιεί μια ντουζίνα πρόζακ; Ε; Σα να χεις πέσει μικρός στο καζάνι με τα χάπια! Οι ποιητές είναι μες την μουτζούφλα και την κατάθλιψη ρεεεε! Ξέρεις τι’ ναι αυτό; Εμ δεν ξέρεις.. Χαμένε, ε χαμένε! Που θες να μου γράψεις και ποίηση! Δε μπας καλύτερα να μάθεις καμιά σάμπα, ρούμπα πως τη λένε… »
Τα λόγια του Βασίλη αν και μες στο μεθύσι του ακούγονταν σωστά…Οι ποιητές ήταν θλιμμένοι άνθρωποι. Το έλεγαν εξάλλου και οι ποιητικές συλλογές που είχε μαζέψει τον τελευταίο καιρό- απ’ όταν άρχισε το εγχείρημα του δηλαδή- Ρεμπώ, Καρυωτάκης, Σύλβια Πλαθ, Πολυδούρη… όλοι αυτοί που άρεσαν στη Ρούλα και τον έπρηζε καθημερινά ήταν μέσα στη μαυρίλα και τη θλίψη…
Ο Τάκης το φιλοσόφησε και αποφάσισε πως δεν μπορούσε να κάμει αλλιώς…Αν ήθελε να γράψει ποίηση-και ήταν επείγον στην παρούσα κατάσταση αφού έτσι ήθελε η Ρούλα- έπρεπε να βρει τρόπο να μελαγχολήσει σφόδρα. Πόσο δύσκολο στο κάτω κάτω μπορεί να ήταν αυτό; Τόσους λόγους βρίσκει ο κόσμος κάθε μέρα κι είναι όλοι με κάτι μούτρα να στο δρόμο.
Να, ας πούμε ένας καλός λόγος φαίνεται να είναι η μοναξιά σκέφτηκε. Όλοι έχουν κάτι να πουν και να γράψουν και να γκρινιάξουν για τη μοναξιά. Και τα περιοδικά που γράφουν συνέχεια για τη μοναξιά του κάτοικου της μεγαλούπολης; Πρέπει να το ‘χε γράψει κι έκθεση στο σχολείο κάποτε… Ο Φόβος της Μοναξιάς. Ακούγεται σα να είναι κάτι πολύ τρομακτικό… Αυτό ολόκληρη συλλογή βγάζει όχι μόνο ένα ποιηματάκι που θέλει αυτός!
Έκατσε λοιπόν το απόγευμα αποφασισμένος και προσπάθησε να νιώσει μόνος. Ή τουλάχιστον να φοβηθεί ότι θα μείνει μόνος κάποτε. Δεν ήταν και κανείς άλλος στο σπίτι εκείνη τη στιγμή, βολικότατο. Έκλεισε τα μάτια του, φαντάστηκε να μην έρχονται οι φίλοι του καθημερινά σπίτι, να σταματήσουν να τον παίρνουν συνεχώς τηλέφωνα, να σταματήσει να του μιλάει κι η Ρούλα του...Προσπάθησε κάνα δεκάλεπτο αλλά… μάλλον άκαρπο απέβη. Μη σου πω ότι περισσότερο ανακούφιση παρά φόβο του ενέπνευσε το υποτιθέμενο σκηνικό. Αφ΄ ενός οι φίλοι του σεργιάνιζαν σπίτι του και στη δουλειά του μέρα νύχτα μην αφήνοντάς τον να δουλέψει ή ακόμη και να κοιμηθεί πολλές φορές με τηλεφωνήματα σε άκυρες ώρες, αφ’ εταίρου η Ρούλα, πώς να το κάνουμε, μπορεί να ήταν τρελά ερωτευμένος μαζί της αλλά να… ήταν λίγο φλύαρη…να σταματούσε δηλαδή να μιλάει για λίγο καιρό, δεν θα ‘ταν και για κατάθλιψη…
Έπρεπε επειγόντως να σκεφτεί κάτι άλλο. Μμμμ η δουλειά, η ρουτίνα της δουλειάς, ναι, έδειχνε να κάνει πολύ κόσμο να μελαγχολεί! Το πρωινό ξύπνημα, η κούραση, το μαγγανοπήγαδο-ωραία λέξη…πάλι το σχολείο του ήρθε στο μυαλό- οι άπειρες κακοπληρωμένες ώρες εργασίας που έριχναν τον κόσμο σε κατάθλιψη, οι ελεύθερες ώρες που μειώνονταν όλο και πιο πολύ, εκεί να δεις άρθρα και κακό. Ναι αυτό ήταν! Θα μελαγχολούσε λόγω της δουλειάς του, έκλεισε πάλι τα μάτια με νευρικότητα και ανυπομονησία και πάσχισε να αγανακτήσει με τις συνθήκες εργασίας του. Για άλλη μια φορά όμως τζίφος…Αγαπούσε τόσο πολύ τη δουλειά του που μόνο αγανάκτηση δεν μπορούσε να του προκαλέσει… Ξυλουργός γαρ–κάτι που ήθελε να κάνει από μικρός εξάλλου-με δικό του εργαστήριο όπου έφτιαχνε ιδιότυπα έπιπλα και γλυπτά που μοσχοπουλούσε σε μαγαζιά και ιδιώτες… Κοινώς είχε κάνει επάγγελμα το πιο αγαπημένο χόμπι του γεγονός που τον έκανε να ξυπνά μη σου πω και πιο νωρίς και απ’ ότι έπρεπε για να πάει στο εργαστήριο και να καταπιαστεί με τα λατρεμένα εργαλεία του. Και φυσικά το ωράριό του μόνο ο ίδιος το έλεγχε…Κανένας λόγος κατάθλιψης ρε γαμώτο… Κλείνοντας τα μάτια μόνο μερικές ιδέες παραπάνω για αυριανές κατασκευές του ήρθαν και κάποιες ξεχασμένες υποχρεώσεις, οπότε τα ξανάνοιξε γρήγορα μήπως και σκεφτεί καν’ άλλο πιο σοβαρό λόγο μελαγχολίας.
Δεν μπορεί θα υπήρχε κάτι άλλο, για να δούμε οι γονείς του-όπως και ο ίδιος- έχαιραν άκρας υγείας, ήταν καλά τα γονίδια δόξα το θεό, ο τελευταίος θάνατος που έπληξε την οικογένεια ήταν μιας μακρινής θείας που θα τα χε πατήσει τα 120-τα γονίδια που λέγαμε- οπότε δεν ήταν και βαρύ το πένθος, τα οικονομικά του έδειχναν ανθηρότατα, μόλις είχε πάρει και καινούριο αυτοκίνητο, κοίτα να δεις, όλα καλά έδειχναν, μόνο η βρύση του μπάνιου στάζει λίγο αλλά είχε πει ο Μπάμπης θα πέρναγε να τη φτιάξει, θα βλέπανε και τον αγώνα μετά, να έπαιρνε και τη Ρούλα να φέρει καμιά μπύρα γυρνώντας ωωωπ φύγαμε από το θέμα μας, χμ…μήπως τελικώς έπρεπε να αποκεντρωθεί λίγο από τον εαυτό του, αναρωτήθηκε, και να σκεφτεί λίγο πιο, πώς να το πεις, πιο να δεις πως το λένε… οικουμενικά; (κι άλλη ωραία λέξη, να τη χρησιμοποιεί πιο συχνά και μπροστά στη Ρούλα να κάνει εντύπωση)
Ε μα βέβαια, τι σόι ποιητής θα γινόταν εξάλλου αν σκεφτόταν μόνο τον εαυτό του. Σοβάρεψε λοιπόν, κατάπιε ένα χασμουρητό και σκέφτηκε σφόδρα την παγκόσμια ειρήνη και την κρίση που περνάει. Θυμήθηκε εικόνες από τις ειδήσεις στην τηλεόραση –ανεντόπιστες πάρ’ αυτά, ούτε που ήξερε που γινόταν πόλεμος αυτή τη στιγμή- και από φωτογραφίες στην εφημερίδα και από πολεμικές ταινίες που είχε δει. Αντιλαμβανόταν βεβαίως τη σοβαρότητα της κατάστασης, η αλήθεια είναι όμως ότι δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί αρκετά ώστε να τον καταθλίψει βαρέως… Συνοφρυωνόταν μεν αποφασισμένος αλλά το μυαλό του κουτρουβαλούσε αμέσως στους πρωταγωνιστές των ταινιών και τα αθλητικά που ακολουθούσαν τις ειδήσεις, στον αποψινό αγώνα… Ίσως η οικολογική κρίση να ήταν πιο αποτελεσματικός λόγος κατάθλιψης, του ήρθε ξαφνική ιδέα, το φαινόμενο του θερμοκηπίου – σοβαρότατο θέμα, φλέγον, τα δάση που καίγονται, τι κλίμα θα βρουν τα παιδιά μας ρε αδερφέ, τα δάση του Αμαζονίου, οι πνεύμονες της γης, το νερό που δεν είναι αρκετό- στο ίδιο πρόβλημα δεν είναι κι αυτό;- τώρα που το θυμήθηκε μήπως να ‘βαζε κάνα λουλουδάκι στο μπαλκόνι, πάντα του άρεσαν τα λουλούδια, ναι αυτό θα κάνει αύριο κιόλας θα πάει στο φυτώριο του Γιάννη να πάρει καμιά καμέλια που αρέσει και στη Ρούλα και καμιά τριανταφυλλιά αλλά να, πάλι παρασύρθηκε και έφυγε από το θέμα του…Απογοήτευση… Πάλι τίποτα… Έμεινε για τα επόμενα λεπτά να χαζεύει μουτζούφλης στο σκοτάδι.

«Αδερφούλη…» μπήκε φουριόζα η μικρή αδερφή του στο σπίτι « Ποιος σε στεναχώρησε και μελαγχόλησες να τον δείρω;»

Μόνο τότε συνειδητοποίησε έκπληκτος ότι ο σκοπός του είχε επιτέλους επιτευχθεί ερήμην του και έτρεξε να βρει χαρτί και μολύβι…

No comments:

Post a Comment