Saturday, December 20, 2008

Beast


Ονειρεύομαι συχνά τα παιδιά που ξερνάει όλο το σώμα μου. Δεν έχουν μορφή ή φύλο, μόνο ξεφυτρώνουν με ορμή και ανυπομονησία από πόρους και τρύπες που ούτε γνώριζα πως είχα. Μεγαλώνουν στη στιγμή και σχηματοποιούνται σαν φραπέδες όταν βρεθούν κάτω από μιξεράκια. Σκαρφαλώνουν ασυναίσθητα στους τοίχους και πηδάνε στο ταβάνι. Ασυγκράτητα κι αναίσθητα μωρά τραυματίζουν τον ύπνο μου. Εγώ δεν θέλω να τα γεννήσω. Δεν θέλω που τα γεννάω. Εν τω μεταξύ η σάρκα μου ζαρώνει. Τα μωρά θεριεύουν κι εγώ ζαρώνω. Σκέβρωμα λαμνοκόπου. Δεν θα πεθάνω, θα μειωθώ μέχρι να πλησιάσω το σχήμα της κουκίδας.
Τα χειρότερα πάντως είναι τα φυλλάδια που μοιάζουν με τα μωρά. Τόνοι φαντεζί, γυαλιστερού χαρτιού, πολύχρωμοι, πολυσχέδιοι, μοιράζονται σε φανάρια ανεξέλεγκτα, έξω από σταθμούς και από στοές. Κι εγώ τα μαζεύω γαμώτο, τα μαζεύω. Που πάνε αυτά τα φυλλάδια όταν δεν τα μαζεύω εγώ; Όταν τα ξερνάνε πάτοι κάδων και πατώματα αυτοκινήτων. Καθαριστήρια και φροντιστήρια ξένων γλωσσών, βιοτεχνίες μαγιό και κέντρα ελευθέρων σπουδών που περιμένουν κάποιον να τις δεσμεύσει, εργαστήρια και μάσκες-θαύματα, ευκαιρίες, ευκαιρίες. Η ζωή ένα κουρκούτι που στοιχίζει ένα ευρώ.
Άτιμο πράγμα η μήτρα.
Δεν εξηγείται. Είναι ανεξήγητο. Δεν εξηγείται. Ψάχνω να βρω το δανειοδότη μου. Αυτόν που με κάνει δανειολήπτη. Ψάχνω να βρω τι μου έχει δανείσει. Είναι ίδιο με αυτό που έχω λάβει. Προχθές σχεδόν σιγουρεύτηκα ότι είναι ο χρόνος. Το δάνειο. Εννοώ αυτό που έλαβα ως δανειολήπτης. Αυτό που μου έδωσε ο δανειοδότης. Δεν εξηγείται. Είναι ανεξήγητο.
Αυτός ο χρόνος που δανείστηκα ξεχειλώνει. Είναι ελαστικός. Επιμηκύνεται σαν λάστιχο κι ανοίγει κι άλλες φορές τραβιέται απότομα και ζαρώνει. Κάνει κοιλιές. Στρογγυλοκάθομαι οκλαδόν πάνω σ' αυτές τις κοιλιές και τις αφήνω να με κυλήσουν. Γίνομαι μια μπάλα άσκαστη που πηγαινοέρχεται στο κοίλο. Κίνηση αργή, κίνηση γρήγορη. Κίνηση γρήγορη, κίνηση αργή. Ούτως ή άλλως δεν θα άντεχα έναν χρόνο ανελαστικό. Ούτε κι οι σκασμένες μπάλες μου είναι ιδιαίτερα ελκυστικές.
Τις πιο ελαστικές μέρες περιφέρομαι. Ανακαλύπτω δρόμους και τους τρέχω. Αργά, με βάδην, σαν πλάνο αθλητή που κόβει το νήμα πρώτος, αλλά στην επανάληψη το(ν) βλέπεις σε αργή κίνηση. Βαδίζω αργά αλλά σε αυτήν την γρήγορη εκδοχή. Βαδίζω γρήγορα στην αργή εκδοχή.
Και μετά εκτελώ το απονεννοημένο. Αυτό που δεν περιμένει κανείς, αυτό που δεν επιθυμεί κανείς. Αλλάζω κανάλι.
Και τότε ο κλόουν της ημέρας μεταμορφώνεται σε κτήνος. A beastly clown. Το κτήνος θεριεύει. Το πάτωμά του γίνεται μια κοκκινόμαυρη σκακιέρα. Πατάει στα κόκκινα, θυμώνει. Ο θυμός του ταύρου. Πατάει στα μαύρα, ξεφυσάει. Θυμός-ξεφύσημα, ξεφύσημα-θυμός. Ο χρόνος μηδενίζει, τα μωρά συρρικνώνονται, τα φυλλάδια ζαρώνουν. Η κουκίδα γίνεται γίγαντας.
Κι η κοκκινόμαυρη σκακιέρα είναι τώρα τα πάτωμα του μετρό. Το κτήνος μαίνεται. Το πλήθος στρέφει το βλέμμα και το κοιτάζει να βρυχάται. Τα μάτια του αστράφτουν. Του πλήθους, όχι του κτήνους. Το κτήνος περιμένει να του χυμήξουν, μέχρι η κτηνοφαγία να το μεταμορφώσει στην κουκίδα-κλόουν, στην γελοιότητα της ημέρας. Που διαιρείται σε μωρά, φυλλάδια, δάνεια, οκλαδόν καθίσματα πάνω στο χρόνο. Και περπάτημα. Πάμε πάλι από την αρχή;

2 comments:

  1. Το κείμενό σου μου θύμισε τα όνειρά μου (χμ μπορεί και εφιάλτες) του τελευταίου καιρού.

    Η εικόνα με τα σχήματα που παίρνει ο καφές και γίνεται φραπές πολύ περίεργη αλλά και ζωντανή!!!

    ReplyDelete
  2. το κειμενο σου ειναι οντως εφιαλτικο και κουβαλαει με απιστευτο τροπο τους φοβους σου..θα προτιμουσα βεβαια να μπορουσα να το καταλαβω λιγο καλυτερα..εισαι ομως της αφαιρετικοτητας!μου αρεσαν οι μικρες ανατροπες!

    ReplyDelete